-
1 ὑγιής
Aὑγιέα Hdt.1.8
, etc. (ὑγιᾶ, v.l. ὑγιέα, Hp.Art.33); [dialect] Att.ὑγιᾶ Th.3.34
, Pl.Chrm. 155e, al., X.Mem.4.3.13; alsoὑγιῆ IG22.1673.42
, 42(1).121.38,60,85, 122.109 (Epid., iv B. C.), Pl.Phd. 89d, Lg. 857e, cf. IG 14.1014 (ii A. D.), erroneously called un-Attic by Moer.p.375 P., Thom.Mag.p.365 R.: dual : neut. pl.ὑγιᾶ IG22.120.59
, Thom.Mag. l.c., but ὑγιῆ in Pl.Lg. 684c, 735b, and freq. in [dialect] Att. inscrr., IG22.120.52, 1541.8, etc.; acc. pl. masc. ὑγιᾶς ib. 12.74.20; but ὑγιεῖς ib.42(1).121.36 (Epid., iv B. C.), 12(5).572.13 (Ceos, iii B. C.), and as fem., E.Ba. 948; gen. :— [comp] Comp.ὑγιέστερος Epich.154
(with v.l. ὑγιώστερον), [comp] Sup. ; irreg. [comp] Comp. ὑγιώτερος in Sophr.34, prob. cj. in Epich. l.c.:—healthy, sound in body, ὑγιέα ποιέειν or ἀποδέξαι τινά restore him to health, make him sound, Hdt.3.130, 134;ὑγιῆ σώματα ἀπεργάζεσθαι Pl.Lg. 684c
; τὸ ὑ. τοῦ σώματος, opp. τὸ νοσοῦν, Id.Smp. 186b, cf. X.Mem.1.3.13; πόλις (opp. φλεγμαίνουσα) Pl.R. 372e: prov., ὑγιέστερος κολοκύντας or ὄμφακος 'sound as a bell', Epich. l.c., Phot.; ὑγιέστερος κροτῶνος orΚρότωνος Men.318
, cf. Str. 6.1.12.2 of one's case or condition, σῶς καὶ ὑ. safe and sound, Hdt.4.76, Th.3.34.3 of things, safe and sound, in good case, of the Hermae, Lys.6.12; of ships, Th.8.107;κόσμος X.Mem.4.3.13
;τὸ ἔδαφος καὶ οἱ τοῖχοι Arist.Mir. 842a33
;σῶν καὶ ὑγιὲς μένειν Pl.Ti. 82b
; in good condition, unbroken, πίθοι, κώθων, λίθος, IG12.326.7, 42(1).121.85 (Epid., iv B. C.), 7.3073.32 (Lebad., ii B. C.); πίθοι ὑ., opp. ἀγγεῖα τετρημένα καὶ σαθρά, Pl.Grg. 493e, cf. Cra. 440c, Men. 77a (v. infr. 111.1);ἱμάτια POxy.530.20
(ii A. D.); μύλος ὑ. καὶ ἀσινής ib.278.18 (i A. D.).II sound in mind, Simon.5.4, etc.;φρένες ὑγιεῖς E.Ba. 948
; virtuous, Pl.Phd. 89d; , etc.;ὡς ὑγιεστάτη ψυχή Id.Grg. 526d
; as a complimentary epithet,ὑγιέστατον ἀνθύπατον OGI568.6
(Tlos, iii A.D.).2 of words, opinions, and the like , sound, wholesome, wise, μῦθος ὃς.. νῦν ὑγιής the word which is now fitting, Il.8.524 (the only place where any of this family of words occurs in Hom.);ὑ. δόξαι Pl.R. 584e
;εἴ τι ὑ. διανοοῦνται Th.4.22
, cf. Pl.Tht. 194b;χεῖρας καὶ γνώμην καθαροὶ καὶ ὑγιεῖς IG12(1).789.5
(Lindus, ii A. D.).3 freq. with a neg.,λόγος οὐκ ὑ. Hdt.1.8
;οὐδὲν ὑ. βούλευμα Id.6.100
; so in Trag. and [dialect] Att.,ὦ μηδὲν ὑ. μηδ' ἐλεύθερον φρονῶν S.Ph. 1006
;ἑλικτὰ κοὐδὲν ὑ. E.Andr. 448
;οὐδὲν ὑ. διανοουμένων Th.3.75
;μηδὲν ὑ. λέγειν E.Ph. 201
, cf. Ar. Th. 636, Pl. 274, etc.; φέρειν, ἀσκεῖν, Id.Ach. 956, Pl.50;οὐδὲν ὑ. οὐδ' ἀληθὲς ἔχειν Pl.Phd. 69b
: also of persons,τὰς οὐδὲν ὑγιές Ar.Th. 394
;πανοῦργον, ἄδικον, ὑγιὲς μηδὲ ἕν Id.Pl.37
: c. gen., οὐδ' ἦν ἄρ' ὑ. οὐδὲν ἐμπύρου φλογός there is nothing sound or good in it, E.Hel. 746;φεῦ· ὡς οὐδὲν ἀτεχνῶς ὑ. ἐστιν οὐδενός Ar.Pl. 362
, cf. 870, Pl.Phd. 90c, Grg. 524e, R. 584a, D.18.23, etc.;οὐχ ὑ. οὐδὲν ἔτι λέγω τῶν ὀργίων E.Ba. 262
, cf. Cyc. 259; , cf. Lys.9.4.4 logically sound,τὸ ὑ. συνημμένον S.E.M.8.118
;ὑ. ἀπόδειξις Id.P.1.116
, cf. Arr.Epict.2.1.4.III neut. as Adv., ὑγιὲς φθέγγεσθαι ring sound and clear, opp. σαθρόν, Pl.Tht. 179d: also in phraseἐξ ὑγιοῦς, φροντίζειν ὅπως καὶ τἆλλα γένηται.. ἐξ ὑ.
correctly, in order,PTeb.
27.60 (ii B. C.); οὐκ ἐξ ὑ. τὰς κτήσεις ποιοῦσιν, i. e. dishonestly, Vett.Val.90.32.2 regul. Adv. ὑγιῶς, healthily,διάγειν Ath.2.46f
; soundly, κρίνειν, φιλοσοφεῖν, Pl.R. 409a, 619d;ὑ. πεπολίτευμαι D.18.298
;ὑ. ἀπαγγεῖλαι Plot.4.4.19
; ὑ. καὶ πιστῶς honourably and faithfully, freq. in Pap., POxy.1031.18 (iii A. D.), etc. (Prob. from ὑ-, cf. Skt. su- 'well', and -γιη-, I.-E. γυιψē cf. guiyō in βιῶναι.)
См. также в других словарях:
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek
Ινδία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ινδίας Έκταση: 3.287.590 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.029.991.145 (2001) Πρωτεύουσα: Νέο Δελχί (12.791.458 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ασίας. Συνορεύει Α με το Μπαγκλαντές και τη Μυανμάρ (Βιρμανία), Β με την Κίνα και… … Dictionary of Greek
Ιταλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Ιταλίας Έκταση: 301.230 τ. χλμ. Πληθυσμός: 56.305.568 (2001) Πρωτεύουσα: Ρώμη (2.459.776 κάτ. το 2001)Κράτος της νότιας Ευρώπης. Συνορεύει στα ΒΔ με τη Γαλλία, στα Β με την Ελβετία και την Αυστρία, στα ΒΑ με τη… … Dictionary of Greek
κίνα — Επίσημη ονομασία: Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας Έκταση: 9.596.960 τ. χλμ. Πληθυσμός: 1.284.303.705 κάτ. (2002) Πρωτεύουσα: Πεκίνο ή Μπεϊτζίνγκ (6.619.000 κάτ. το 2003)Κράτος της ανατολικής Ασίας. Συνορεύει στα Β με τη Μογγολία και τη Ρωσία, στα ΒΑ… … Dictionary of Greek
Αίγυπτος — I Κράτος της βορειοανατολικής Αφρικής και (σε μικρό μέρος) της δυτικής Ασίας.Συνορεύει στα Δ με τη Λιβύη, στα Ν με το Σουδάν και στα ΒΑ με το Ισραήλ, ενώ βρέχεται στα Β από τη Μεσόγειο θάλασσα και στα Α από την Ερυθρά θάλασσα.Η Α. (αλ… … Dictionary of Greek
Βραζιλία — Επίσημη ονομασία: Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Βραζιλίας Έκταση: 8.547.404 τ.χλμ Πληθυσμός: 174.468.575 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Μπραζίλια (2.043.169 κάτ. το 2000)Κράτος της Νότιας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τη Γαλλική Γουιάνα (ΒΑ), το Σουρινάμ,… … Dictionary of Greek
Καμπότζη — Επίσημη ονομασία: Βασίλειο της Καμπότζης Έκταση: 181.040 τ. χλμ. Πληθυσμός: 12.775.324 (2002) Πρωτεύουσα: Πνομ Πενχ (999.804 κάτ. το 1998)Κράτος της νοτιοανατολικής Ασίας, στη χερσόνησο της Ινδοκίνας. Συνορεύει στα Δ και στα ΒΔ με την Ταϊλάνδη,… … Dictionary of Greek
κατοίκια — Κάθε φυσικό καταφύγιο ή τεχνητό κτίσμα, όπου διαμένει ο άνθρωπος μόνιμα ή προσωρινά. Οι τύποι κ. διαφέρουν ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή και τις ιστορικές περιόδους και εξαρτώνται από πολυάριθμους παράγοντες, σπουδαιότεροι από τους οποίους… … Dictionary of Greek
κατοικία — Κάθε φυσικό καταφύγιο ή τεχνητό κτίσμα, όπου διαμένει ο άνθρωπος μόνιμα ή προσωρινά. Οι τύποι κ. διαφέρουν ανάλογα με τη γεωγραφική περιοχή και τις ιστορικές περιόδους και εξαρτώνται από πολυάριθμους παράγοντες, σπουδαιότεροι από τους οποίους… … Dictionary of Greek
Ελλάδα - Ιστορία (Αρχαιότητα) — ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ ΚΑΙ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΠΡΟΪΣΤΟΡΙΑ (600000 1100 π.Χ.) Σύμφωνα με τα αρχαιολογικά ευρήματα, θεωρείται ότι η ζωή ξεκίνησε στον ελλαδικό χώρο από το 100 000 π.Χ. (Παλαιολιθική εποχή). Όμως, η χρονική περίοδος που ιστορικά παρουσιάζει εξαιρετικό… … Dictionary of Greek
οδός — Ο όρος υποδηλώνει συνοπτικά μία ζώνη εδάφους η οποία έχει προετοιμαστεί κατάλληλα για να διευκολύνει τη μεταφορά πεζών και οχημάτων και για να εξυπηρετεί τις μεταφορές και τη συγκοινωνία μεταξύ των διάφορων σημείων μιας περιοχής ή ενός οικισμού.… … Dictionary of Greek